Πεσόντες και Αγνοούμενοι της Αθηένου
Ο Αρτέμος Φραντζέσκου γεννήθηκε στην Αθηένου το 1931. Ήταν ο πρωτότοκος γιος του Κώστα και της Ροδούς Φραντζέσκου.
Αρχικά ασχολήθηκε με τη γεωργία, αργότερα όμως έγινε μηχανικός μηχανοκίνητων οχημάτων με ειδίκευση στην επιδιόρθωση τρακτέρ.
Από τις αρχές του αγώνα εντάχθηκε στην Ε.Ο.Κ.Α., της οποίας ανέλαβε την αρχηγία στην Αθηένου με το ψευδώνυμο ΑΘΩΣ. Από τη θέση αυτή διηύθυνε την επιχείρηση συλλογής των κυνηγετικών όπλων της Αθηένου στις 22.1.1956. Επίσης οργάνωσε ενέδρες εναντίον των ΄Αγγλων, στις οποίες πήρε μέρος και ο ίδιος.
Στο σπίτι του κατασκευαζόταν μπαρούτι, με το οποίο η Οργάνωση προμήθευε και γειτονικά χωριά. Τη νύχτα της 11ης Αυγούστου 1956, θέλοντας να δοκιμάσει το μπαρούτι που είχε κατασκευάσει με συναγωνιστές του, πυροδότησε μικρή ποσότητα. Όμως μια σπίθα που εκτινάχτηκε έπεσε σε διπλανό σωρό από μπαρούτι, που άρχισε να αναφλέγεται. Και ενώ ο Αρτέμος προσπαθούσε να βγάλει στην αυλή έναν τενεκέ με μπαρούτι, αναφλέχτηκε και αυτό και του προκάλεσε βαθιά και εκτεταμένα εγκαύματα στο στήθος και στο πρόσωπο. Ο θάνατός του επήλθε στις 12.8.1956 στο Γενικό Νοσοκομείο της Λευκωσίας, όπου νοσηλευόταν.
Ο Τουμάζος Τουμάζου γεννήθηκε το 1934 στην Αθηένου. Γονείς του ήταν ο Μιχαήλ και η Θεοδώρα Τουμάζου. Τελειώνοντας το Δημοτικό Σχολείο Αθηένου ασχολήθηκε με τη γεωργία.
΄Ηταν πρότυπο καλού Χριστιανού. Το 1954 ίδρυσε την Ο.Χ.Ε.Ν. Αθηένου, μέλη της οποίας έγιναν νέοι που εμφορούνταν από χριστιανικά και εθνικά ιδεώδη.
Ο Τουμάζος έγινε μέλος της Ε.Ο.Κ.Α. από την αρχή του αγώνα και μύησε σε αυτή μέλη της Ο.Χ.Ε.Ν. και πολλούς άλλους. ΄Εγινε υπεύθυνος των νεότερων μελών της Ε.Ο.Κ.Α., στα οποία ανέθετε να γράφουν συνθήματα στους τοίχους, να διανέμουν φυλλάδια της Οργάνωσης, να μεταφέρουν οπλισμό και να εκτελούν διάφορες άλλες αποστολές. Επίσης τους εκπαίδευε στη γόμωση και τη χρήση βομβών.
Στις 24.8.1956, ενώ ασχολούνταν με τον Κυριάκο Νεοκλέους με τη γόμωση μιας βόμβας, αυτή εξερράγη, σκοτώνοντας τον ίδιο και τραυματίζοντας σοβαρά τον Νεοκλέους.
Ο Χριστάκης Βύζακος γεννήθηκε στην Αθηένου στις 29 Ιουνίου 1948. Γονείς του ήταν ο Νίκος και η Αντρονίκη Βύζακου.
Τον Ιούνιο και τον Ιούλιο του 1958 οι Τουρκοκύπριοι της Τ.Μ.Τ., με αφορμή την έκρηξη βόμβας στο Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών του τουρκικού προξενείου στη Λευκωσία, την οποία είχαν τοποθετήσει οι ίδιοι, αλλά είχαν αποδώσει την πράξη αυτή στην Ε.Ο.Κ.Α., προέβησαν σε ένα όργιο σφαγών και καταστροφών σε βάρος Ελληνοκυπρίων. Θύμα τους ήταν και ο δεκάχρονος Χριστάκης Βύζακος. Στις 10 Ιουλίου 1958 ο Χριστάκης συνόδευε τον Νίκο Κκαϊλά, που είχε οδηγήσει το δικό του κοπάδι και το κοπάδι του πατέρα του Χριστάκη, σε περιοχή κοντά στο τουρκοκυπριακό χωριό Αγιά. Το απόγευμα τους πλησίασαν εφτά νεαροί Τουρκοκύπριοι. Σκότωσαν τον μικρό Χριστάκη, τραυμάτισαν σοβαρά τον Νίκο και έφυγαν νομίζοντας ότι είχαν σκοτώσει και αυτόν. Ο Νίκος, μετά τη φυγή των φονιάδων, σήκωσε τον Χριστάκη στους ώμους του και έτρεξε στην Αθηένου, όπου ανήγγειλε το τραγικό γεγονός.
Ο Μιχαήλ Ταππής γεννήθηκε το 1920 στην Αθηένου. Γονείς του ήταν ο Βαρνάβας και η Ελένη Ταππή. ΄Ηταν βοσκός στο επάγγελμα. Μετά τη δολοφονία του Χριστάκη Βύζακου και τον τραυματισμό του Νίκου Κκαϊλά, καθώς και τη δολοφονία πολλών άλλων βοσκών και γεωργών από Τούρκους σε διάφορα μέρη της Κύπρου, κάποιοι βοσκοί της Αθηένου αποφάσισαν να βόσκουν μαζί τα κοπάδια τους σε επικίνδυνες περιοχές, για μεγαλύτερη ασφάλεια. Το πρωί της 21ης Ιουλίου 1958 ο Μιχαήλ Ταππής έφθασε πρώτος σε περιοχή κοντά στο τουρκοκυπριακό χωριό Αγιά, όπου θα κατέφθαναν και άλλοι βοσκοί. Τον ακολουθούσε έφιππος από κάποια απόσταση ο βοσκός Αντρέας Κουκλής. Αυτός έγινε μάρτυρας της δολοφονίας του Μ. Ταππή από Τουρκοκυπρίους της Τ.Μ.Τ., που ενέδρευαν πίσω από την όχθη παρακείμενου χειμάρρου. Ο Ταππής πυροβολήθηκε και μαχαιρώθηκε τη στιγμή που κρέμαζε τη βούρκα του σε ένα κυπαρίσσι.
΄Αφησε ορφανά εφτά παιδιά και χήρα την εγκυμονούσα γυναίκα του Λουκία Αδάμου. Το παιδί τους γεννήθηκε έξι μήνες μετά τον θάνατό του και πήρε το όνομα Μιχαήλ προς τιμήν του.
Ο Ανδρέας Λουκά καταγόταν από το χωριό Αναρίτα της επαρχίας Πάφου. Ασκούσε το επάγγελμα του αστυνομικού. Αμέσως μετά την εκπαίδευση του κατά το έτος 1955, τοποθετήθηκε στον Αστυνομικό Σταθμό Αθηένου. Στην Αθηένου γνώρισε και νυμφεύτηκε την Ξένια Φ. Πούλλαου και απέκτησαν ένα κοριτσάκι.
Το 1960 η Αθηένου υδροδοτείτο από διάτρηση που βρισκόταν μεταξύ Ποταμιάς και Αγίου Σωζομένου, ενός τουρκοκυπριακού χωριού. Λόγω της ανασφάλειας που προκλήθηκε από τις διακοινοτικές συγκρούσεις τον Δεκέμβριο του 1963, ο υπεύθυνος για τη λειτουργία της υδραντλίας που έστελλε το νερό στην Αθηένου, Νικόλας Παπαπαύλου (Μόδας), μεταφερόταν στη διάτρηση με αστυνομικό όχημα, στο οποίο επέβαιναν και ένοπλοι Αθηενίτες εθελοντές. Στις 6 Φεβρουαρίου 1964 το αστυνομικό λαντρόβερ, που οδηγούσε ο Αντρέας Λουκά, κοντά στη διάτρηση της Αθηένου δέχτηκε επίθεση από τουρκοκυπρίους της Τ.Μ.Τ., που ενέδρευαν πίσω από την όχθη του ποταμού Γιαλιά. Από τα πυρά τους σκοτώθηκε ο αστυνομικός Ανδρέας και ο αγροφύλακας Τάκης Μιχαήλ από το Πυρόι, ο οποίος θα έθετε σε λειτουργία γειτονική προς εκείνη της Αθηένου υδραντλία, που υδροδοτούσε το χωριό του. Προτού ξεψυχήσει, ο Ανδρέας πρόλαβε να στείλει μήνυμα με τον ασύρματο, ότι είχαν δεχτεί επίθεση από Τούρκους κοντά στη διάτρηση. Οι υπόλοιποι που επέβαιναν στο λαντρόβερ, αν και τραυματισμένοι, συνέχισαν να μάχονται, ώσπου αποχώρησαν οι Τούρκοι.
Ο Θεόδωρος Φώττηρος γεννήθηκε στις 9 Μαΐου 1954. Ήταν το δεύτερο από τα έξι παιδιά του Νίκου Σταύρου (Φώττηρου) και της Ευφροσύνης (Φροσούλας) Σταύρου.
Ο Θεόδωρος υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία στο 211 Τ.Π., από όπου αποστρατεύτηκε τον Ιανουάριο του 1974. Όταν κηρύχτηκε επιστράτευση στις 20 Ιουλίου 1974, έσπευσε να καταταγεί στο τάγμα του, όπου τοποθετήθηκε στην πρώτη γραμμή του πυρός στην περιοχή του Αγίου Παύλου στη Λευκωσία. Στις 23 Ιουλίου 1974, ενώ υπήρχε εκεχειρία, ένα βλήμα τουρκικού όλμου σκότωσε τον Θεόδωρο. Το παλικάρι θάφτηκε στο στρατιωτικό κοιμητήριο της Λακατάμειας, χωρίς να ειδοποιηθούν οι γονείς του, οι οποίοι για τρεις σχεδόν δεκαετίες αγνοούσαν πού ήταν θαμμένο το παιδί τους. Η εκταφή των λειψάνων του έγινε ύστερα από είκοσι εφτά χρόνια και αναγνωρίστηκαν με τη μέθοδο του DNA. Τάφηκε με τιμές ήρωα στο κοιμητήριο της γενέτειράς του την 1ην Ιουλίου 2001.
Ο Παναγιώτης Ματσούκας γεννήθηκε στις 16 Μαρτίου 1945. ΄Ηταν γιος του Ιωάννη και της Ελένης Ματσούκα. Νυμφεύτηκε τη Λουκία Σκούρου. Ο Παναγιώτης ήταν ιδιοκτήτης και οδηγός φορτηγού, με το οποίο εμπορευόταν γεωργικά προϊόντα και ζώα.
Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας υπηρέτησε στους Λόχους Ορεινών Καταδρομών (ΛΟΚ). Μόλις έγινε η τουρκική εισβολή κατατάχτηκε, όπως και πολλοί άλλοι Αθηενίτες, στο 391 Τάγμα Επιστράτευσης και στις 22 Ιουλίου επάνδρωσε μαζί με άλλους Αθηενίτες προκεχωρημένο φυλάκιο σε ένα δίπατο σπίτι στην περιοχή Βόρειος Πόλος στο Καϊμακλί. Αν και από το απόγευμα της 22ας Ιουλίου είχε κηρυχτεί εκεχειρία, συνεχίστηκε η ανταλλαγή πυροβολισμών και τις επόμενες μέρες. Ως χειριστής πολυβόλου μπρεν ο Παναγιώτης ήταν περισσότερο εκτεθειμένος στον κίνδυνο και στις 24 Ιουλίου μια σφαίρα που ρίχτηκε από Τούρκο ακροβολιστή διέτρησε το κράνος του και προκάλεσε ακαριαία τον θάνατό του. Η σύζυγός του Λουκία έξι μήνες αργότερα έφερε στον κόσμο την κόρη τους, η οποία ονομάστηκε Παναγιώτα προς τιμή του πατέρα της.
Ο Κώστας Τούμπας γεννήθηκε στις 18 Αυγούστου 1941. ΄Ηταν το δεύτερο από τα δέκα παιδιά των Παναγιώτη και Ευγενίας Τούμπα. Νυμφεύτηκε τη Γεωργία, με την οποία απέκτησαν δύο παιδιά. Ασκούσε το επάγγελμα του αγελαδοτρόφου.
Κατά τη δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής οι κάτοικοι εγκατέλειψαν την Αθηένου, όμως ο Κώστας μαζί με άλλους στρατιώτες και εθελοντές παρέμειναν στην κωμόπολη για να την φρουρούν. Στις 17 Αυγούστου 1974 Τούρκοι, που εξόρμησαν από το γειτονικό χωριό Μελούσια, παραβιάζοντας την εκεχειρία, αποπειράθηκαν να καταλάβουν την Αθηένου, αλλά αποκρούστηκαν. Το πρωί της 18ης Αυγούστου 1974 ο Κώστας, φορώντας στρατιωτική στολή και κρατώντας το όπλο του, πήγε στη φάρμα του στα βόρεια της Αθηένου, για να ταΐσει και να ποτίσει τις αγελάδες του. Τούρκοι στρατιώτες όμως, που είχαν προωθηθεί τη νύχτα πλησιέστερα προς την Αθηένου, χωρίς να γίνουν αντιληπτοί, τον πυροβόλησαν και τον σκότωσαν. ΄Ανδρες της UNFICYP παρέδωσαν τον νεκρό στους οικείους του, οι οποίοι είχαν καταφύγει στη Λάρνακα, γι’ αυτό και τον έθαψαν στο κοιμητήριο εκεί. Τον Αύγουστο του 1998 έγινε εκταφή των λειψάνων του και εναπόθεσή τους σε τάφο στο Κοιμητήριο της Αθηένου.
Ο Βάσος Χειμώνας γεννήθηκε στις 18 Απριλίου 1943. Είναι ένα από τα τέσσερα παιδιά του Γιώργου και της Παναγιώτας Χειμώνα.
Δούλευε ως μηχανικός αυτοκινήτων.
Κατά τη δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής ο Βάσος υπηρετούσε στο Παλαίκυθρο, μαζί με τους συνδημότες του Γιώργο Πίκη και Νίκο Μηνά. Στις 14 Αυγούστου 1974 οι θέσεις τους βομβαρδίστηκαν από τουρκικά αεροπλάνα. Το μέτωπο στη Μια Μηλιά έσπασε γρήγορα μετά την εκδήλωση της τουρκικής επίθεσης και επικράτησε χαώδης κατάσταση. Χάνοντας κάθε επαφή με τη διοίκησή τους, είκοσι πέντε στρατιώτες, μεταξύ των οποίων και οι τρεις Αθηενίτες, αποφάσισαν να δράσουν αυτόνομα. Μπήκαν σε λεωφορείο και καθώς κατευθύνονταν προς την Αθηένου, ανακόπηκαν από τουρκικά άρματα. Βγήκαν τότε από το λεωφορείο και ο καθένας προσπάθησε να σωθεί όπως μπορούσε. Από τους τρεις Αθηενίτες ο Νίκος Μηνά συνελήφθηκε αιχμάλωτος και μεταφέρθηκε στην Τουρκία, από όπου απελευθερώθηκε ύστερα από δύο μήνες. Η τύχη του Βάσου Χειμώνα και του Γιώργου Πίκη έκτοτε αγνοείται.
Ο Γεώργιος Πίκης γεννήθηκε στις 26 Μαρτίου 1944. Είναι ένα από τα πέντε παιδιά του Αντώνη και της ΄Αννας Πίκη. Μετά την αποφοίτησή του από το Παγκύπριο Γυμνάσιο και την ολοκλήρωση της στρατιωτικής του θητείας, άσκησε το επάγγελμα του ιατρικού επισκέπτη.
Τον Αύγουστο του 1964 ο Γιώργος Πίκης πήρε μέρος στις μάχες της Τηλλυρίας. Κατά τη δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής ο Γιώργος υπηρετούσε στο Παλαίκυθρο, μαζί με τους συνδημότες του Βάσο Χειμώνα και Νίκο Μηνά. Στις 14 Αυγούστου 1974 οι θέσεις τους βομβαρδίστηκαν από τουρκικά αεροπλάνα. Το μέτωπο στη Μια Μηλιά έσπασε γρήγορα μετά την εκδήλωση της τουρκικής επίθεσης και επικράτησε χαώδης κατάσταση. Χάνοντας κάθε επαφή με τη διοίκηση τους, είκοσι πέντε στρατιώτες, μεταξύ των οποίων και οι τρεις Αθηενίτες, αποφάσισαν να δράσουν αυτόνομα. Μπήκαν σε λεωφορείο και καθώς κατευθύνονταν προς την Αθηένου, ανακόπηκαν από τουρκικά άρματα. Βγήκαν τότε από το λεωφορείο και ο καθένας προσπάθησε να σωθεί όπως μπορούσε. Από τους τρεις Αθηενίτες ο Νίκος Μηνά συνελήφθηκε αιχμάλωτος και μεταφέρθηκε στην Τουρκία, από όπου απελευθερώθηκε ύστερα από δύο μήνες. Η τύχη του Γιώργου Πίκη και του Βάσου Χειμώνα έκτοτε αγνοείται.
Ο Ευάγγελος Λύτρας γεννήθηκε στις 25 Ιουλίου 1955. Ο πατέρας του Λούκας Λύτρας πέθανε όταν ο Ευάγγελος ήταν έξι μηνών, ενώ η μητέρα του Ανδρονίκη Λουκά εργαζόταν στη Λευκωσία, για να μεγαλώσει αυτόν και τα δύο αδέρφια του. Ο Ευάγγελος, τελειώνοντας το Δημοτικό Σχολείο Αθηένου, φοίτησε τρία χρόνια στη Σχολή Φρειδερίκου στη Λευκωσία και ειδικεύτηκε στην τέχνη του υδραυλικού.
Κατά την τουρκική εισβολή αυτός και πέντε άλλοι εθνοφρουροί επάνδρωναν ένα ακραίο φυλάκιο σε σπίτι στην Ομορφίτα, από όπου απέκρουαν τις επιθέσεις των Τούρκων. Στις 23 Ιουλίου 1974 οι Τούρκοι, παραβιάζοντας την εκεχειρία, περικύκλωσαν το φυλάκιο και έριξαν εντός αυτού χειροβομβίδα, που τραυμάτισε τον Ευάγγελο και ακόμη έναν εθνοφρουρό. Οι άλλοι τέσσερις εθνοφρουροί βγήκαν από το σπίτι και παραδόθηκαν, ενώ ο τραυματισμένος Ευάγγελος μαζί με τον άλλο τραυματία παρέμειναν σε αυτό. Από τότε αγνοείται η τύχη του.
Ο Κώστας Παπαπαύλου γεννήθηκε στις 2 Μαρτίου 1949. Είναι γιος του Νικόλα και της Αγγελικής Παπαπαύλου. Αποφοίτησε από το οκτατάξιο τότε Δημοτικό Σχολείο της Αθηένου και στη συνέχεια εγγράφηκε στην Τεχνική Σχολή Λευκωσίας, όπου ειδικεύτηκε ως συγκολλητής. Υπηρέτησε στην Εθνική φρουρά με τον βαθμό του εφέδρου ανθυπολοχαγού. Μετά την ολοκλήρωση της στρατιωτικής του θητείας πήρε υποτροφία και παρακολούθησε μαθήματα στα ναυπηγεία της πόλης Κίελο της Γερμανίας.
Κατά την πρώτη φάση της εισβολής πήρε μέρος στις μάχες που οδήγησαν στην κατάληψη της κωμόπολης της Λεύκας, την οποία κατοικούσαν Τουρκοκύπριοι. Πενήντα έφεδροι, μεταξύ των οποίων και ο Παπαπαύλου, στις 5.8.1974 οδηγήθηκαν από τη Λεύκα στην περιοχή Λαπήθου – Καραβά και επιδόθηκαν στη ναρκοθέτηση θέσεων, από τις οποίες υπήρχε κίνδυνος να διέλθουν τουρκικά άρματα μάχης και να επιτεθούν εναντίον των δύο κωμοπόλεων. Στις 6 Αυγούστου οι Τούρκοι, παραβιάζοντας ακόμη μια φορά την εκεχειρία, κατέλαβαν τη Λάπηθο και τον Καραβά εγκλωβίζοντας πολλούς εθνοφρουρούς, μεταξύ των οποίων και τον Κώστα Παπαπαύλου. Αν και προδομένος, ο υπερήφανος και γενναίος Ανθυπολοχαγός παρέμεινε για να πολεμήσει υπέρ πίστεως και πατρίδος.
Αγνοείτο για 44 ολόκληρα χρόνια. Τα οστά του ταυτοποιήθηκαν με τη μέθοδο DNA. Η ταφή έγινε στις 3 Φεβρουαρίου 2019 στο Κοιμητήριο Αθηένου με τιμές ήρωα.